Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010

«Φρένο» στην εκτός σχεδίου δόμηση

«Φρένο» στην εκτός σχεδίου δόμηση βάζει το Συμβούλιο της Επικρατείας θέτοντας ασφυκτικούς περιορισμούς στην προσπάθεια δημιουργίας νέων οικισμών και στην αποκαλούμενη ιδιωτική πολεοδόμηση ιδίως σε περιοχές παραθαλάσσιες ή σε περιοχές που πρέπει να προστατευθούν για κάποιους άλλους λόγους (περιβαλλοντικούς, αγροτικούς, παραδοσιακούς κλπ.).

Το ανώτατο δικαστήριο «μπλοκάρει» την οικιστική ανάπτυξη, που γίνεται ακόμα και για την εξυπηρέτηση της τουριστικής ανάπτυξης, εφόσον δεν έχουν προηγηθεί ειδικές μελέτες από το κράτος, που να βεβαιώνουν ότι η συγκεκριμένη περιοχή («έχει τη φέρουσα ικανότητα») αντέχει τη δόμηση, χωρίς να θίγεται το περιβάλλον (φυσικό, πολιτιστικό, οικιστικό).

Κρίνοντας ότι η εκτός σχεδίου δόμηση μπορεί να υπάρξει μόνο στο πλαίσιο που δεν θίγεται η συνταγματικά κατοχυρωμένη βιώσιμη ανάπτυξη, το ΣτΕ «μπλόκαρε» την έκδοση σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος που άλλαξε τους όρους και τους περιορισμούς δόμησης σε εκτός σχεδίου περιοχή της νοτιοανατολικής Κέρκυρας, προκειμένου να μπορέσει ιδιοκτήτης έκτασης 100 στρεμμάτων (ανήκουν σε εταιρεία) να αξιοποιήσει την περιοχή τουριστικά κτίζοντας διάφορα σχετικά καταλύματα, κατοικίες κλπ.

Το ανώτατο δικαστήριο διαπίστωσε ότι στον βωμό της εφήμερης και απρογραμμάτιστης τουριστικής ανάπτυξης, η ίδια η πολιτεία δεν τήρησε κανέναν από τους όρους και τις προϋποθέσεις που είχε θέσει στον εαυτό της με νόμους (2508/07) και υπουργικές αποφάσεις (του 2004), προβλέποντας όχι μόνο την ανάσχεση της δόμησης στην εκτός σχεδίου ζώνη, αλλά και ειδικά για τα Ιόνια Νησιά την προοπτική περιορισμού μέχρι και κατάργησή της στις παράκτιες ζώνες, με ολοκληρωμένο προγραμματισμό, για να προστατευθούν -μεταξύ άλλων- αγροτικές καλλιέργειες, το αγροτικό τοπίο, οι χαρακτηριστικοί ελαιώνες.

Το ανώτατο δικαστήριο επισημαίνει για μια ακόμα φορά την υποχρέωση της πολιτείας για ολοκληρωμένα χωροταξικά σχέδια, για προστασία του περιβάλλοντος, για έλεγχο της πολεοδόμησης όχι με προσωρινά υποκατάστατα, αλλά με τρόπο που να εξασφαλίζει τους άριστους -κατά το δυνατό- όρους διαβίωσης του πληθυσμού και την οικονομική ανάπτυξη στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας (βιώσιμης ανάπτυξης).